20090506

αυτο για τον κυριακο

ειμαι ασπρος. και τραγουδω περιεργα. στους περιεργους. στη γλωσσα τους που δεν καταλαβαινω κι ομως την τραγουδω. δεν ξερω τι λεω. χαμογελουν και το χαμογελο ειναι στα ματια τους. και το φιλι μου ειναι στα ματια τους. το φιλι μου ειναι τα ματια μου.

δεν ειμαι κατασπρος. ειμαι αυτο το ασπρο που γινεται σχεδον κιτρινο οταν σταθει διπλα του κατι πραγματικα ασπρο. διπλα μου ομως τιποτε ασπρο δεν στεκεται. ποτε. ουτε κιτρινο για να φανω πιο ασπρος. ουτε μαυρο για να φανω πιο φως. ουτε κατι ιδιο - ολοιδιο με εμενα.

οταν περιμενω στις ουρες, χορευουν οι ουρες σαν δειγματολογια κι ειμαι παντα καπου στη μεση. κι οταν ερχεται η σειρα μου ειμαι στη μεση. αυτοι που θα με εξυπηρετησουν ειναι περισσοτεροι απο αυτους που βρισκονται πισω μου και περιμενουν να εξυπηρετηθουν. πρεπει να ειμαι γρηγορος. ολοι τους πρεπει να ειναι γρηγοροι. να κανουν γρηγορα. γιατι τωρα νυχτωνει και παλι γρηγορα κι αμα αναψουν τα φωτα εγω δε θα φαινομαι και θα μου παρουν τη σειρα. κι εγω που δινω τη σειρα μου, δεν ειναι απο καλοσυνη. ειναι επειδη δεν εχω που να παω μετα. κι οταν μου λενε ευχαριστω λεω ευχαριστω. παντα οταν μου λενε ευχαριστω λεω ευχαριστω γιατι τιποτα δεν κανω απο καλοσυνη. ουτε ασπρος ειμαι απο καλοσυνη. ασπρος ειμαι για να συγκρινομαι πιο ευκολα. και να λερωνομαι.

τωρα που νυχτωνει και παλι γρηγορα τρεχω στο σπιτι απο νωρις. μερικες φορες κι εξω απ'το σπιτι μου εχει ουρα και τοτε δινω σε ολους τη σειρα μου. μα στο τελος δεν υπαρχει κανεις αλλος και πρεπει να μπω.

οταν βρεχει το καταλαβαινω απο τα αυτοκινητα που περνουν. γιατι η βροχη μονη της δεν ακουγεται εδω μεσα. ακουγεται μονο κατω απο τα αυτοκινητα και μονο αν αυτα τρεχουν. λιγα αυτοκινητα τρεχουν εξω απο το σπιτι μου γιατι πιο κατω ο δρομος τελειωνει. και πού πηγαινουν οσοι τρεχουν δεν εχω καταλαβει. αν ειχα αυτοκινητο θα το 'παιρνα στην εξοδο για την εθνικη. κι οταν θα ερχοταν η σειρα μου να μπω στην εθνικη, θα το 'παιρνα στην εξοδο απο αυτη. κι αν μια μερα εβρισκα ολους τους δρομους αδειους, θα το αφηνα το αυτοκινητο και θα ξαπλωνα κατω βροχερος. με ενα βιβλιο ισως, που θα μου ειχε μολις επιστραφει. κι ενα δωρο.

του ειπα: ειδα τον φακελο και σκεφτηκα πως θα 'ναι κατι δειγματα που ειχα παραγγειλει
καποτε.

και τωρα που νυχτωνει και παλι γρηγορα, ξερω πιο γρηγορα οτι δεν θα 'ρθει ουτε σημερα κατι για 'μενα.

του ειπα: μας πληγωνουν οι χειροτεροι και πληγωνουμε τους καλυτερους και κολακευω τον εαυτο μου που νομιζω οτι τον πληγωσα γιατι ποιος ειμαι εγω;

τι ειμαι εγω; ψευτοασπρος ειμαι. ολο λεκεδες και μετα βρεχει κι ειμαι παλι ψευτοασπρος.

δεν του ειπα: ποσο χαρουμενο με κανει αυτη η κοκκινη κατακορυφη πληγη στο μετωπο μου που κανει λιγο "αλητεια".

του ειπα: ειμαι αλητης

γιατι δεν εχω τιποτε αλλο να βγαλω, απο την ψευτοασπρη πετσα μου. που μια φορα την ειχα βγαλει κι αυτη και την επλυνα και την απλωσα κι εσταζαν τα ρουχα της "απο πανω" και δεν στεγνωνε. κι η "απο πανω" ολο επλενε κι ολο απλωνε κι ολο επλενε κι ολο απλωνε. κι εγω φορεσα βρεγμενο το πετσι μου και ξεδιψασα και αρρωστησα.

δεν του ειπα: ετρεχα σπιτι του για ενα φιλι κι εφευγα παλι.
δεν του ειπα: του 'βαλα να φαει
δεν του ειπα: εψαχνα ωρες να τον βρω να του χαρισω μια βλακεια.

του ειπα: ενα βιβλιο που του ειχα δανεισει, ενα σημειωμα κι ενα υπεροχο δωρο.

Labels:

1 Comments:

Anonymous Anonymous said...

αουτς πονάει αυτο.

11/05/2009, 04:36  

Post a Comment

Subscribe to Post Comments [Atom]

<< Home