αυτο με τον σκυλο -για το προτζεκτ
Ο Σκυλος που με κυνηγα ειναι μεσα μου. Νιωθει τον αερα, τη ζεστη, την επιθυμια.
Κι οταν κλεινω τα ματια συνεχιζω να βλεπω. Με αλλα χρωματα. Με αλλη σημασια.
Ο Σκυλος μεσα μου πειναει, κρυωνει, γλειφεται. Εγω τρωω, σκεπαζομαι, λερωνομαι.
Σκαρφαλωνω στο μεγαλο δεντρο οταν το γρασιδι επιπλεει σε λευκο πρωινο χωμα.
Δεν πονουν τα ποδια μου. Δεν ποτιζονται. Ειμαι ακομη αγεννητος. Ειμαι ακομη μεσα
στην πρωτη-πρωτη μητρα. Κυλιεμαι στο πορτ-μπαγκαζ. Ανεξαρτητα απο φυσικους νομους. Στα φρενα καταπινω νερο, στις κατηφορες χιονιζει πανω στους ωμους μου. Στη φωτια ξεγυμνωνομαι κι αρχιζω σιγα σιγα να μου μοιαζω.
Στην εκρηξη ειμαι πια εγω. Ορθιος. Στο περιβαλλον. Δεν θυμαμαι πια τον σκυλο. Τρεχω
σαν τρελος μεσα μου, τα ποδια μου παρακολουθουν ακινητα την ομιχλη. Τρεχω
σαν τρελος μεσα μου. Το κεφαλι μου ειναι απο λαστιχο. Ειναι ανθρωπινο.
Ειναι γεματο. Το κουβαλαω σαν αποσκευη.
_______________________________________
Ποιος με εμαθε να διαβαζω;
Σε ποιον απο τους τοπους που εχω φτιαξει, εζησες κι εσυ εστω για λιγο;
_________
Το θελε ο Σκυλος να αγαπησω ενα κοριτσι. Και να αγαπησω ο,τι κοιτα. Ο,τι αγγιζει. Ειναι η γατα που μου φερνει ενα ποντικι καθε βραδυ στο κρεβατι και τοτε γινομαι ανθρωπος. Το αφεντικο. Πρεπει να διαβασω την ικανοποιηση της και την περηφανια της. Αλλιως θα την μαλωσω. Θα την τιμωρησω. Θα την εκδικηθω. Και θα 'μαι παλι αυτος που 'χει μεσα του εναν σκυλο.
______
Δεν μου αρεσουν οι ανθρωποι. Τους θελω απο μια συνηθεια που μαλλον απεκτησα πριν γεννηθω. Τους αγαπω με μια αντανακλαστικη πιστη. Εμενα ομως με καυλωνουν ακομη και οι τρυπες στο ταβανι. Τι ξερω για τους ανθρωπους.
______________________________________________
Ο,τι απορριπτει το μυαλο μου, το μαζευουν τα χερια μου. Λες και μου εβαλε ο Θεος λαθος χερια. Και μονο ετσι υπαρχει γυρω μου ο Θεος. Οταν μετρω τα λαθη του. Μετα πεθαινει ξανα. Μετα, κλεινω για μια ακομη Τελευταια Φορα το βιβλιο. Ας ημουν τοσος δα να με πλακωνε μια μερα.
__________________________
Δεν εχω δει τον εαυτο μου. Το προσωπο μου. Καινουριες τριχες στην κοιλια μου που δεν θα μεινουν εκει για πολυ. Θα ειμαι παιδι ξανα πριν τελειωσει αυτο το ταξιδι.
_________________________________________
Τιποτε δεν ειναι δικο μου. Τα ρουχα μου, η τσαντα μου, τα πραγματα μου. Δεν μου ανηκουν.
Ειμαι ασχημος μεσα σε αυτα. Ειμαι ασχημος μεσα στην τσαντα. Θελω να τα ξεφορτωθω ολα. Ολα. Να βουτηξω μεσα μου και να ψαρεψω με τα νυχια μου οτιδηποτε νομιζα ως τωρα οτι με προσδιοριζει. Τωρα πια με προσδιοριζει μονο το σωμα μου. Κι οχι επειδη μου ανηκει αυτο, αλλα επειδη του ανηκω εγω. Με κουβαλα σαν κλεμμενη αποσκευη.
______________________________
Μου αρεσει να ντρεπομαι
_______________________
Μερικες φορες θυμαμαι τους νεκρους. Τους φανταζομαι να παιζουν ποδοσφαιρο
αναμεσα στα αλογα. Η μανα μου φοραει φορεματα μεχρι τα γονατα. Εχει τα ποδια
μου γιατι δεν θυμαμαι τα δικα της. Ο πατερας μου ειναι νεος οπως στην φωτογραφια
της ταυτοτητας του. Προσπαθω μες τη φαντασια μου να τους φερω κοντα, να τους
κανω να ερωτευτουν και να με γεννησουν ξανα αλλα μου ειναι τοσο δυσκολο που αρχιζω
να πιστευω πως αυτοι οι δυο ανθρωποι αγαπηθηκαν χωρις ποτε να γνωριστουν.
Και τοτε ο αγωνας σταματα. Εξαφανιζονται. Τοτε ειμαι εγω στη θεση της μαμας,
με τα δικα μου ποδια και τα δικα της φορεματα. Κι ειναι η ομιχλη στη θεση του μπαμπα.
Ειναι τα αλογα στη θεση των αλογων. Τα ιδια αλογα. Ανακατεμενα. Κι ακουω μεσα απο
το δασος μια σφυριχτρα. Εγω θα ειμαι κι αυτος και θα με εχουν πλακωσει τα δεντρα.
___________________
Ο καθενας μας ειναι μια συμμορια.
_________________________________
Μες στο σκοταδι βλεπω τα οπλα μου. Γυαλιζουν.
Μες στο σκοταδι βλεπω τα γεννητικα μου οργανα. Γυαλιζουν.
_________________________________________________________
Ειναι ασπρος και ξανθος και φοραει περιεργα ρουχα. Γυμνος θα ειναι ακομη πιο
ασπρος κι ακομη πιο ξανθος. Ακομη πιο σφιχτος. Αν ηταν δικος μου θα τον ειχα
ηδη βαρεθει. Τωρα με νευριαζει. Με ενδιαφερει. Δεν προσωποποιει σε τιποτα τις φαντασιωσεις μου κι αυτο ειναι ισοπεδωτικο. Βρισκω καινουριες. Κι αυτο ειναι
επικινδυνο. Γιατι εγω ειμαι μαυρος. Μεσα κι εξω.
________________________________________________
Προχωρω πιο μπροστα για να μην τους βλεπω. Και αμεσως χωριζονται. Παιρνουμε
και οι τρεις διαφορετικο δρομο. Κι οταν τους συναντω, ειναι φυσικα μαζι. Δεν ειχαν
χωριστει καθολου. Εχω μια μουσικη μεσα στα αυτια μου,
εναν παραξενο ηχο, ολοδικο μου. Θελω να χορεψω. Να πιασω κατι απο το χωμα, να το καταπιω και να αρχισω να χορευω. Μεγαλωσα σχεδον ακινητος. Σαν να περπαταγε το κεφαλι μου στον ουρανο κι οχι τα ποδια μου στη γη. Το σωμα μου δεν ειναι αυτο που φαινεται. Δεν ειναι τοσο σιωπηλο. Το φως ορμαει απο τα δεντρα. Απαριθμει ενα-ενα
τα ζωτικα μου οργανα. Κι οσο περπατω, μαθαινω καινουρια πραγματα. Για μενα.
Με ανακουφιζει να συνειδητοποιω οτι εχω συκωτι, παγκρεας, γαστρικο υγρο.
Η ταχυπαλμια μου με κανει να νιωθω ασφαλης.
___________________________________________
Οποτε σκυβω να πιω νερο νιωθω να με φιλαει η μανα μου στα μαγουλα
_______
Δεν αφησα τιποτα πισω μου.
Ειμαι ολος εδω. Θελω να χασω κι αλλα πραγματα. Για να σταματησω να τα χρειαζομαι.
Ουτως η αλλως δεν γραφω ουτε τα μισα απο οσα σκεφτομαι. Μπορω να μη γραφω πια.
Κι ετσι θα σταματησω να σκεφτομαι. Μπορω να πεταξω το μπουφαν μου και να σταματησω να κρυωνω. Μπορω να πεταξω το βιβλιο μου και να ξεχασω να διαβαζω. Να ξεχασω
οσα διαβασα. Μπορω να γινω μια καθαρη εκδοχη του εαυτου μου. Φοβαμαι την τιμωρια.
____________________
Φοβαμαι οτι θα καιει εμενα μπροστα τους ο Θεος μια μερα. Και δεν θα καιγομαι.
Θα ειμαι το οραμα τους.
_______________________
Kαι τοτε θα ξερουν για τον Σκυλο.
_________________________________
Αλλα ο Σκυλος θα εχει καει.
___________________________Labels: μεσα στο δασος, παραλογο δασος
αυτο με τον σκυλο -για το προτζεκτ
Ο Σκυλος που με κυνηγα ειναι μεσα μου. Νιωθει τον αερα, τη ζεστη, την επιθυμια.
Κι οταν κλεινω τα ματια συνεχιζω να βλεπω. Με αλλα χρωματα. Με αλλη σημασια.
Ο Σκυλος μεσα μου πειναει, κρυωνει, γλειφεται. Εγω τρωω, σκεπαζομαι, λερωνομαι.
Σκαρφαλωνω στο μεγαλο δεντρο οταν το γρασιδι επιπλεει σε λευκο πρωινο χωμα.
Δεν πονουν τα ποδια μου. Δεν ποτιζονται. Ειμαι ακομη αγεννητος. Ειμαι ακομη μεσα
στην πρωτη-πρωτη μητρα. Κυλιεμαι στο πορτ-μπαγκαζ. Ανεξαρτητα απο φυσικους νομους. Στα φρενα καταπινω νερο, στις κατηφορες χιονιζει πανω στους ωμους μου. Στη φωτια ξεγυμνωνομαι κι αρχιζω σιγα σιγα να μου μοιαζω.
Στην εκρηξη ειμαι πια εγω. Ορθιος. Στο περιβαλλον. Δεν θυμαμαι πια τον σκυλο. Τρεχω
σαν τρελος μεσα μου, τα ποδια μου παρακολουθουν ακινητα την ομιχλη. Τρεχω
σαν τρελος μεσα μου. Το κεφαλι μου ειναι απο λαστιχο. Ειναι ανθρωπινο.
Ειναι γεματο. Το κουβαλαω σαν αποσκευη.
_______________________________________
Ποιος με εμαθε να διαβαζω;
Σε ποιον απο τους τοπους που εχω φτιαξει, εζησες κι εσυ εστω για λιγο;
_________
Το θελε ο Σκυλος να αγαπησω ενα κοριτσι. Και να αγαπησω ο,τι κοιτα. Ο,τι αγγιζει. Ειναι η γατα που μου φερνει ενα ποντικι καθε βραδυ στο κρεβατι και τοτε γινομαι ανθρωπος. Το αφεντικο. Πρεπει να διαβασω την ικανοποιηση της και την περηφανια της. Αλλιως θα την μαλωσω. Θα την τιμωρησω. Θα την εκδικηθω. Και θα 'μαι παλι αυτος που 'χει μεσα του εναν σκυλο.
______
Δεν μου αρεσουν οι ανθρωποι. Τους θελω απο μια συνηθεια που μαλλον απεκτησα πριν γεννηθω. Τους αγαπω με μια αντανακλαστικη πιστη. Εμενα ομως με καυλωνουν ακομη και οι τρυπες στο ταβανι. Τι ξερω για τους ανθρωπους.
______________________________________________
Ο,τι απορριπτει το μυαλο μου, το μαζευουν τα χερια μου. Λες και μου εβαλε ο Θεος λαθος χερια. Και μονο ετσι υπαρχει γυρω μου ο Θεος. Οταν μετρω τα λαθη του. Μετα πεθαινει ξανα. Μετα, κλεινω για μια ακομη Τελευταια Φορα το βιβλιο. Ας ημουν τοσος δα να με πλακωνε μια μερα.
__________________________
Δεν εχω δει τον εαυτο μου. Το προσωπο μου. Καινουριες τριχες στην κοιλια μου που δεν θα μεινουν εκει για πολυ. Θα ειμαι παιδι ξανα πριν τελειωσει αυτο το ταξιδι.
_________________________________________
Τιποτε δεν ειναι δικο μου. Τα ρουχα μου, η τσαντα μου, τα πραγματα μου. Δεν μου ανηκουν.
Ειμαι ασχημος μεσα σε αυτα. Ειμαι ασχημος μεσα στην τσαντα. Θελω να τα ξεφορτωθω ολα. Ολα. Να βουτηξω μεσα μου και να ψαρεψω με τα νυχια μου οτιδηποτε νομιζα ως τωρα οτι με προσδιοριζει. Τωρα πια με προσδιοριζει μονο το σωμα μου. Κι οχι επειδη μου ανηκει αυτο, αλλα επειδη του ανηκω εγω. Με κουβαλα σαν κλεμμενη αποσκευη.
______________________________
Μου αρεσει να ντρεπομαι
_______________________
Μερικες φορες θυμαμαι τους νεκρους. Τους φανταζομαι να παιζουν ποδοσφαιρο
αναμεσα στα αλογα. Η μανα μου φοραει φορεματα μεχρι τα γονατα. Εχει τα ποδια
μου γιατι δεν θυμαμαι τα δικα της. Ο πατερας μου ειναι νεος οπως στην φωτογραφια
της ταυτοτητας του. Προσπαθω μες τη φαντασια μου να τους φερω κοντα, να τους
κανω να ερωτευτουν και να με γεννησουν ξανα αλλα μου ειναι τοσο δυσκολο που αρχιζω
να πιστευω πως αυτοι οι δυο ανθρωποι αγαπηθηκαν χωρις ποτε να γνωριστουν.
Και τοτε ο αγωνας σταματα. Εξαφανιζονται. Τοτε ειμαι εγω στη θεση της μαμας,
με τα δικα μου ποδια και τα δικα της φορεματα. Κι ειναι η ομιχλη στη θεση του μπαμπα.
Ειναι τα αλογα στη θεση των αλογων. Τα ιδια αλογα. Ανακατεμενα. Κι ακουω μεσα απο
το δασος μια σφυριχτρα. Εγω θα ειμαι κι αυτος και θα με εχουν πλακωσει τα δεντρα.
___________________
Ο καθενας μας ειναι μια συμμορια.
_________________________________
Μες στο σκοταδι βλεπω τα οπλα μου. Γυαλιζουν.
Μες στο σκοταδι βλεπω τα γεννητικα μου οργανα. Γυαλιζουν.
_________________________________________________________
Ειναι ασπρος και ξανθος και φοραει περιεργα ρουχα. Γυμνος θα ειναι ακομη πιο
ασπρος κι ακομη πιο ξανθος. Ακομη πιο σφιχτος. Αν ηταν δικος μου θα τον ειχα
ηδη βαρεθει. Τωρα με νευριαζει. Με ενδιαφερει. Δεν προσωποποιει σε τιποτα τις φαντασιωσεις μου κι αυτο ειναι ισοπεδωτικο. Βρισκω καινουριες. Κι αυτο ειναι
επικινδυνο. Γιατι εγω ειμαι μαυρος. Μεσα κι εξω.
________________________________________________
Προχωρω πιο μπροστα για να μην τους βλεπω. Και αμεσως χωριζονται. Παιρνουμε
και οι τρεις διαφορετικο δρομο. Κι οταν τους συναντω, ειναι φυσικα μαζι. Δεν ειχαν
χωριστει καθολου. Εχω μια μουσικη μεσα στα αυτια μου,
εναν παραξενο ηχο, ολοδικο μου. Θελω να χορεψω. Να πιασω κατι απο το χωμα, να το καταπιω και να αρχισω να χορευω. Μεγαλωσα σχεδον ακινητος. Σαν να περπαταγε το κεφαλι μου στον ουρανο κι οχι τα ποδια μου στη γη. Το σωμα μου δεν ειναι αυτο που φαινεται. Δεν ειναι τοσο σιωπηλο. Το φως ορμαει απο τα δεντρα. Απαριθμει ενα-ενα
τα ζωτικα μου οργανα. Κι οσο περπατω, μαθαινω καινουρια πραγματα. Για μενα.
Με ανακουφιζει να συνειδητοποιω οτι εχω συκωτι, παγκρεας, γαστρικο υγρο.
Η ταχυπαλμια μου με κανει να νιωθω ασφαλης.
___________________________________________
Οποτε σκυβω να πιω νερο νιωθω να με φιλαει η μανα μου στα μαγουλα
_______
Δεν αφησα τιποτα πισω μου.
Ειμαι ολος εδω. Θελω να χασω κι αλλα πραγματα. Για να σταματησω να τα χρειαζομαι.
Ουτως η αλλως δεν γραφω ουτε τα μισα απο οσα σκεφτομαι. Μπορω να μη γραφω πια.
Κι ετσι θα σταματησω να σκεφτομαι. Μπορω να πεταξω το μπουφαν μου και να σταματησω να κρυωνω. Μπορω να πεταξω το βιβλιο μου και να ξεχασω να διαβαζω. Να ξεχασω
οσα διαβασα. Μπορω να γινω μια καθαρη εκδοχη του εαυτου μου. Φοβαμαι την τιμωρια.
____________________
Φοβαμαι οτι θα καιει εμενα μπροστα τους ο Θεος μια μερα. Και δεν θα καιγομαι.
Θα ειμαι το οραμα τους.
_______________________
Kαι τοτε θα ξερουν για τον Σκυλο.
_________________________________
Αλλα ο Σκυλος θα εχει καει.
___________________________
Κι οταν κλεινω τα ματια συνεχιζω να βλεπω. Με αλλα χρωματα. Με αλλη σημασια.
Ο Σκυλος μεσα μου πειναει, κρυωνει, γλειφεται. Εγω τρωω, σκεπαζομαι, λερωνομαι.
Σκαρφαλωνω στο μεγαλο δεντρο οταν το γρασιδι επιπλεει σε λευκο πρωινο χωμα.
Δεν πονουν τα ποδια μου. Δεν ποτιζονται. Ειμαι ακομη αγεννητος. Ειμαι ακομη μεσα
στην πρωτη-πρωτη μητρα. Κυλιεμαι στο πορτ-μπαγκαζ. Ανεξαρτητα απο φυσικους νομους. Στα φρενα καταπινω νερο, στις κατηφορες χιονιζει πανω στους ωμους μου. Στη φωτια ξεγυμνωνομαι κι αρχιζω σιγα σιγα να μου μοιαζω.
Στην εκρηξη ειμαι πια εγω. Ορθιος. Στο περιβαλλον. Δεν θυμαμαι πια τον σκυλο. Τρεχω
σαν τρελος μεσα μου, τα ποδια μου παρακολουθουν ακινητα την ομιχλη. Τρεχω
σαν τρελος μεσα μου. Το κεφαλι μου ειναι απο λαστιχο. Ειναι ανθρωπινο.
Ειναι γεματο. Το κουβαλαω σαν αποσκευη.
_______________________________________
Ποιος με εμαθε να διαβαζω;
Σε ποιον απο τους τοπους που εχω φτιαξει, εζησες κι εσυ εστω για λιγο;
_________
Το θελε ο Σκυλος να αγαπησω ενα κοριτσι. Και να αγαπησω ο,τι κοιτα. Ο,τι αγγιζει. Ειναι η γατα που μου φερνει ενα ποντικι καθε βραδυ στο κρεβατι και τοτε γινομαι ανθρωπος. Το αφεντικο. Πρεπει να διαβασω την ικανοποιηση της και την περηφανια της. Αλλιως θα την μαλωσω. Θα την τιμωρησω. Θα την εκδικηθω. Και θα 'μαι παλι αυτος που 'χει μεσα του εναν σκυλο.
______
Δεν μου αρεσουν οι ανθρωποι. Τους θελω απο μια συνηθεια που μαλλον απεκτησα πριν γεννηθω. Τους αγαπω με μια αντανακλαστικη πιστη. Εμενα ομως με καυλωνουν ακομη και οι τρυπες στο ταβανι. Τι ξερω για τους ανθρωπους.
______________________________________________
Ο,τι απορριπτει το μυαλο μου, το μαζευουν τα χερια μου. Λες και μου εβαλε ο Θεος λαθος χερια. Και μονο ετσι υπαρχει γυρω μου ο Θεος. Οταν μετρω τα λαθη του. Μετα πεθαινει ξανα. Μετα, κλεινω για μια ακομη Τελευταια Φορα το βιβλιο. Ας ημουν τοσος δα να με πλακωνε μια μερα.
__________________________
Δεν εχω δει τον εαυτο μου. Το προσωπο μου. Καινουριες τριχες στην κοιλια μου που δεν θα μεινουν εκει για πολυ. Θα ειμαι παιδι ξανα πριν τελειωσει αυτο το ταξιδι.
_________________________________________
Τιποτε δεν ειναι δικο μου. Τα ρουχα μου, η τσαντα μου, τα πραγματα μου. Δεν μου ανηκουν.
Ειμαι ασχημος μεσα σε αυτα. Ειμαι ασχημος μεσα στην τσαντα. Θελω να τα ξεφορτωθω ολα. Ολα. Να βουτηξω μεσα μου και να ψαρεψω με τα νυχια μου οτιδηποτε νομιζα ως τωρα οτι με προσδιοριζει. Τωρα πια με προσδιοριζει μονο το σωμα μου. Κι οχι επειδη μου ανηκει αυτο, αλλα επειδη του ανηκω εγω. Με κουβαλα σαν κλεμμενη αποσκευη.
______________________________
Μου αρεσει να ντρεπομαι
_______________________
Μερικες φορες θυμαμαι τους νεκρους. Τους φανταζομαι να παιζουν ποδοσφαιρο
αναμεσα στα αλογα. Η μανα μου φοραει φορεματα μεχρι τα γονατα. Εχει τα ποδια
μου γιατι δεν θυμαμαι τα δικα της. Ο πατερας μου ειναι νεος οπως στην φωτογραφια
της ταυτοτητας του. Προσπαθω μες τη φαντασια μου να τους φερω κοντα, να τους
κανω να ερωτευτουν και να με γεννησουν ξανα αλλα μου ειναι τοσο δυσκολο που αρχιζω
να πιστευω πως αυτοι οι δυο ανθρωποι αγαπηθηκαν χωρις ποτε να γνωριστουν.
Και τοτε ο αγωνας σταματα. Εξαφανιζονται. Τοτε ειμαι εγω στη θεση της μαμας,
με τα δικα μου ποδια και τα δικα της φορεματα. Κι ειναι η ομιχλη στη θεση του μπαμπα.
Ειναι τα αλογα στη θεση των αλογων. Τα ιδια αλογα. Ανακατεμενα. Κι ακουω μεσα απο
το δασος μια σφυριχτρα. Εγω θα ειμαι κι αυτος και θα με εχουν πλακωσει τα δεντρα.
___________________
Ο καθενας μας ειναι μια συμμορια.
_________________________________
Μες στο σκοταδι βλεπω τα οπλα μου. Γυαλιζουν.
Μες στο σκοταδι βλεπω τα γεννητικα μου οργανα. Γυαλιζουν.
_________________________________________________________
Ειναι ασπρος και ξανθος και φοραει περιεργα ρουχα. Γυμνος θα ειναι ακομη πιο
ασπρος κι ακομη πιο ξανθος. Ακομη πιο σφιχτος. Αν ηταν δικος μου θα τον ειχα
ηδη βαρεθει. Τωρα με νευριαζει. Με ενδιαφερει. Δεν προσωποποιει σε τιποτα τις φαντασιωσεις μου κι αυτο ειναι ισοπεδωτικο. Βρισκω καινουριες. Κι αυτο ειναι
επικινδυνο. Γιατι εγω ειμαι μαυρος. Μεσα κι εξω.
________________________________________________
Προχωρω πιο μπροστα για να μην τους βλεπω. Και αμεσως χωριζονται. Παιρνουμε
και οι τρεις διαφορετικο δρομο. Κι οταν τους συναντω, ειναι φυσικα μαζι. Δεν ειχαν
χωριστει καθολου. Εχω μια μουσικη μεσα στα αυτια μου,
εναν παραξενο ηχο, ολοδικο μου. Θελω να χορεψω. Να πιασω κατι απο το χωμα, να το καταπιω και να αρχισω να χορευω. Μεγαλωσα σχεδον ακινητος. Σαν να περπαταγε το κεφαλι μου στον ουρανο κι οχι τα ποδια μου στη γη. Το σωμα μου δεν ειναι αυτο που φαινεται. Δεν ειναι τοσο σιωπηλο. Το φως ορμαει απο τα δεντρα. Απαριθμει ενα-ενα
τα ζωτικα μου οργανα. Κι οσο περπατω, μαθαινω καινουρια πραγματα. Για μενα.
Με ανακουφιζει να συνειδητοποιω οτι εχω συκωτι, παγκρεας, γαστρικο υγρο.
Η ταχυπαλμια μου με κανει να νιωθω ασφαλης.
___________________________________________
Οποτε σκυβω να πιω νερο νιωθω να με φιλαει η μανα μου στα μαγουλα
_______
Δεν αφησα τιποτα πισω μου.
Ειμαι ολος εδω. Θελω να χασω κι αλλα πραγματα. Για να σταματησω να τα χρειαζομαι.
Ουτως η αλλως δεν γραφω ουτε τα μισα απο οσα σκεφτομαι. Μπορω να μη γραφω πια.
Κι ετσι θα σταματησω να σκεφτομαι. Μπορω να πεταξω το μπουφαν μου και να σταματησω να κρυωνω. Μπορω να πεταξω το βιβλιο μου και να ξεχασω να διαβαζω. Να ξεχασω
οσα διαβασα. Μπορω να γινω μια καθαρη εκδοχη του εαυτου μου. Φοβαμαι την τιμωρια.
____________________
Φοβαμαι οτι θα καιει εμενα μπροστα τους ο Θεος μια μερα. Και δεν θα καιγομαι.
Θα ειμαι το οραμα τους.
_______________________
Kαι τοτε θα ξερουν για τον Σκυλο.
_________________________________
Αλλα ο Σκυλος θα εχει καει.
___________________________
Labels: μεσα στο δασος, παραλογο δασος
Υπέροχο, Ιάκωβε. Υπέροχο.
καλημερούδια.
φοίβος
τόσο ανθρώπινος, τόσο δικός μου και τόσο ξένος
Οποτε σκυβω να πιω νερο νιωθω να με φιλαει η μανα μου στα μαγουλα
Πολύ όμορφη εικόνα. Πολύ.
Θα τη πάρω να διασχίσει μαζί μου αύριο το Αιγαίο. Για φυλαχτό.
Ευχαριστώ.
CU
Y.
σας ευχαριστω πολυ
Αιγαίο! στείλε και για μας μια ευχή, στο πανέμορφο γαλάζιο.